Von Ηeinz Gstrein
Όταν τα τουριστικά τζετ προσγειώνονται στη Λάρνακα, δεν μεταφέρουν τους επισκέπτες απλώς σε έναν αγαπημένο προορισμό διακοπών αλλά και στο αρχαιότερο χριστιανικό έδαφος της Ευρώπης: Στην Κύπρο πραγματοποιήθηκε το πρώτο ταξίδι του Αποστόλου Παύλου με σκοπό την κήρυξη του Ευαγγελίου, μαζί με τον Βαρνάβα, ο οποίος τιμάται, έως και σήμερα, ως ο ιδρυτής της εκκλησίας της Κύπρου. Ωστόσο, ο μεγαλοπρεπής ναός του 9ο αιώνα, στο κέντρο της Λάρνακας, είναι αφιερωμένος στον Άγιο Λάζαρο. Σύμφωνα με την Παράδοση, αφότου αναστήθηκε από τον Χριστό – και μετά την ανάσταση του Χριστού – ο Λάζαρος μετέβη στη Λάρνακα, όπου έδρασε επί 30 έτη ως ο πρώτος επίσκοπος.
Η σαρκοφάγος του Λαζάρου, στην τρίκλιτη εκκλησία είναι όμως άδεια: Τα λείψανα που αποδίδονται στον φίλο του Χριστού, τον Λάζαρο, μεταφέρθηκαν, περί τα τέλη της πρώτης χριστιανικής χιλιετίας, στην Κωνσταντινούπολη, απ’όπου τα έκλεψαν οι σταυροφόροι το 1204 και τα μετέφεραν στη Βουργουνδία. Τα λείψανα τιμώνται, μέχρι σήμερα, στον καθεδρικό ναό της πόλης Autun.
Και η ίδια η Κύπρος, μετά το σχίσμα του 1054 ανάμεσα σε ρωμαιοκαθολικούς και βυζαντινούς ορθοδόξους, υπήρξε ένας από τους τόπους, στους οποίους έλαβαν χώρα οι χειρότερες δογματικές διενέξεις ανάμεσα στην ανατολική και τη δυτική εκκλησία. Στη Λάρνακα διαπληκτίζονταν οι Βυζαντινοί με σταυροφόρους για τον ναό του Αγ. Λαζάρου, μέχρι που ήρθαν οι Τούρκοι και μετέτρεψαν τον ναό σε τζαμί. Εντούτοις, το 1589, οι Τούρκοι παρέδωσαν, έναντι αμοιβής, την εκκλησία πίσω στους Χριστιανούς – πράγμα αδιανόητο για το σημερινό ριζοσπαστικό Ισλάμ. Έως τα τέλη του 18ο αιώνα μετά Χριστόν, ορθόδοξοι και καθολικοί μοιράζονταν την εκκλησία του Αγ. Λαζάρου: Ένα παράδειγμα βιωμένης οικουμενικότητας! Και σήμερα εντοπίζεται στην Κύπρο ένα καλό παράδειγμα αδελφικής συνύπαρξης διαφόρων χριστιανικών ομολογιών, ενώ τελευταία παρατηρείται και μία βελτίωση των σχέσεων με τους μουσουλμάνους.
Νοτιοδυτικά της Λάρνακας, δίπλα σε μία αλμυρή λίμνη, όπου από τον Οκτώβριο έως τον Απρίλιο διαχειμάζουν χιλιάδες ροζ φλαμίνγκο, υπάρχει ένας από τους σημαντικότερους μουσουλμανικούς τόπους λατρείας, το Χαλά Σουλτάν Τεκκέ. Εκεί λέγεται ότι σκοτώθηκε η θεία του Μωάμεθ, πέφτοντας από το άλογό της, όταν κατέλαβαν την Κύπρο οι Άραβες το 647. Ο τάφος της έγινε ο πιο ένδοξος τόπος προσκηνύματος μετά τη Μέκκα, τη Μεδίνα και την Ιερουσαλήμ. Μετά την τουρκική εισβολή, τον Ιούλιο του 1974 και τη διαίρεση της Κύπρου, οι Τούρκοι δεν μπορούσαν πλέον να προσκυνούν στο Χαλά Σουλτάν. Μόλις τον Φερβουάριο του 2004 τους επετράπηκε, και πάλι, το προσκύνημα. Ο τότε ηγέτης των Τουκροκυπρίων Μεχμέτ Αλί Ταλάτ επισκέφθηκε το Χαλά Σουλτάν για την ισλαμική γιορτή των θυσιών (κουρμπάν μπαϊράμ). Εκεί έκανε λόγο για ένα κοινό, αδελφικό μέλλον μουσουλμάνων και χριστιανών, τον οποίο ήλπιζε ότι θα ερχόταν σύντομα. Δυστυχώς, αυτός ο στόχος δεν έχει επιτευχθεί ακόμη.
Ένα από τα εμπόδια στην πορεία της Κύπρου προς τη διαθρησκευτική συμφιλίωση και τη χριστιανική οικουμενικότητα είναι ο ορθόδοξος επίσκοπος Λεμεσού, ο Μητροπολίτης Αθανάσιος Νικολάου. Η παραθαλάσσια πόλη, νοτιοδυτικά της Λάρνακας, ήταν για μεγάλο διάστημα μάλλον ασήμαντη, δεν είχε καν λιμάνι, παρά μόνο μία ξύλινη αποβάθρα για κρουαζιερόπλοια. Στην άκρη της πόλης υψώθηκε ο ορατός από απόσταση καθολικός ναός της Αγ. Αικατερίνης με τον “σταυρό της Ιερουσαλήμ”, ο οποίος αποτελείται από έναν μεγάλο και τέσσερις μικρούς σταυρούς. Η προέλευση των πέντε ενοριών των ρωμαιοκαθολικών της Κύπρου ανάγεται στις σταυροφορίες. Οι ενορίες αυτές ανήκουν στο “λατινικό” Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ. Σήμερα, η εκκλησία καταπνίγεται σχεδόν από τα ψηλά κτήρια που την περιβάλλουν. Από τότε που έχει το πρόσταγμα ο Μητροπολίτης Αθανάσιος, κατά τον ίδιο τρόπο καταπνίγεται, στη Λεμεσό, και η οικουμενικότητα -πλάι στους ορθόδοξους Ελληνοκύπριους, που αποτελούν τη συντριπτική δηλαδή πλειονότητα των κατοίκων, υπάρχουν μία κοινότητα καθολικών Μαρωνιτών, μία ευαγγελική εκκλησία καθώς και οι ορθόδοξοι Αρμένιοι. Ο 58χρονος σήμερα επίσκοπος ήταν μεν παιδί αυτής της πόλης, είχε όμως ζήσει, επί πολλά έτη, στο Άγιον Όρος. Μάλιστα, μεταξύ 1991-1992 διετέλεσε Πρωτεπιστάτης του Αγ. Όρους. Με την επιστροφή του στην Κύπρο και την εκλογή του ως Μητροπολίτη Λεμεσού το 1999 – στην Κύπρο, οι ορθόδοξοι επίσκοποι εκλέγονται από τον κλήρο και τον λαό – έφερε από το Άγιον Όρος μία αντιοικουμενιστική νοοτροπία, ξένη για την Κύπρο, και κυρίως μία εχθρότητα απέναντι σε κάθε τι καθολικό.
Όταν ο Πάπας Βενέδικτος επισκέφθηκε τη μικρή Κύπρο, τον Ιούνιο του 2010, ο Μητροπολίτης Αθανάσιος είχε δηλώσει: “Δεν νομίζω ότι από την επίσκεψη του Πάπα έχουμε οποιοδήποτε εκκλησιαστικό ή πολιτικό όφελος”. Προσφάτως, το 2016, ο Μητροπολίτης Αθανάσιος εμφανίστηκε ως ένας από τους σκληρότερους πολέμιους της ορθόδοξης συνόδου στην Κρήτη και του του κειμένου της για την Οικουμένη. Το 2009, ο Μητροπολίτης Αθανάσιος είχε ήδη εμφανιστεί ως ο βασικός ταραχοποιός στην επιτροπή διαλόγου ορθοδόξων και καθολικών, η οποία είχε συν κληθεί στην Πάφο.
Η Πάφος βρίσκεται νοτιοδυτικά της Κύπρου κοντά στη θάλασσα. Το 2017 θα είναι Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ήδη από το 1980, οι ανασκαφές στην Πάφο αποτελούν Παγκόσμια Κληρονομιά της UNESCO. Όχι πολύ μακριά από την Πάφο βρίσκεται η Μονή του Αγ. Νεοφύτου. Ο ιδρυτής και προστάτης της Μονής (1134-1219) άφησε μία συλλογή συγγραμμάτων. Στα συγγράμματά του περιγράφει, με ζωντανό τρόπο, τις εντυπώσεις του και τα εσωτερικά του βιώματα από την περιοδεία του στους Αγίους Τόπους. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτά τα μυστικιστικά κείμενα μεταφράστηκαν, το 2016, στη ρουμανική γλώσσα.
Ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου, Χρυσόστομος ο Β’, ήταν τη δεκαετία του 1970 ηγούμενος στη Μονή Αγίου Νεοφύτου και κατόπιν διετέλεσε Μητροπολίτης Πάφου, έως ότου το 2006 εξελέγη επικεφαλής της ορθόδοξης εκκλησίας της Κύπρου. Ανθυποψήφιός του ήταν ο Λεμεσού Αθανάσιος, ο οποίος τελικά ηττήθηκε έπειτα από έναν συναρπαστικό προεκλογικό αγώνα.
Από την ευρύτερη περιοχή της Πάφου καταγόταν και ο γνωστότερος και ο πλέον παρεξηγημένος, για εμάς, θρησκευτικός ηγέτης και συγχρόνως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ’ (1913-1977). Σύμφωνα με μία ρύθμιση που ανάγεται στην Τουρκοκρατία στην Κύπρο (1571-1878) δεν ήταν μόνο πνευματικός αλλά και πολιτικός ηγέτης των ορθόδοξων Ελλήνων του νησιού. Δεν κυνήγησε την πολιτική αλλά εκείνη του επιβλήθηκε. Από πολιτική άποψη, η θητεία του ως Προέδρου της Κύπρου -η οποία το 1960 απέκτησε την ανεξαρτησία της από την βρετανική αποικιακή κυριαρχία- χαρακτηρίστηκε από μία σειρά από ατυχή γεγονότα: To 1963 έγινε η πρώτη ανταρσία των Τουρκοκυπρίων. Το 1974 ακουλούθησε το πραξικόπημα από τους οπαδούς του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδας εναντίον του, το οποίο παρολίγο να του στοιχίσει τη ζωή. Το πραξικόπημα προκάλεσε την στρατιωτική παρέμβαση της Τουρκίας και την διαίρεση της Κύπρου, η οποία παραμένει έως σήμερα. Ο Μακάριος πέθανε, από έμφραγμα του μυοκαρδίου, το 1977. Η καρδιά του μεταφέρθηκε, σε μία βουνοκορφή της οροσειράς του Τροόδους, πάνω από τη Μονή της Παναγίας του Κύκκου, το “Θρονί”. Aπο αυτόν τον θρόνο, ο Μακάριος που, από θρησκευτική άποψη, υπήρξε πρόδρομος της οικουμενικότητας, ατενίζει τη διαιρεμένη του πατρίδα.
Στην επίσης διαιρεμένη πρωτεύουσα, τη Λευκωσία, βρίσκεται ακόμη το τελευταίο “τείχος” της Ευρώπης. Το τείχος χωρίζει το ελεύθερο από το τουρκικώς κατεχόμενο τμήμα της πόλης. Στις δύο πλευρές του τείχους υπάρχει μία ουδέτερη ζώνη, όπου βρίσκονται εγκατεστημένα τα ειρηνευτικά στρατεύματα του ΟΗΕ. Σε εκείνη ακριβώς τη ζώνη, περικυκλωμένος από συρματοπλέγματα, βρίσκεται ο ρωμαιοκαθολικός καθεδρικός ναός της Λευκωσίας. Σε λίγο συμπληρώνονται 43 έτη από τότε! Όχι πολύ μακριά, αλλά στην ελληνοκυπριακή πλευρά, βρίσκεται η έδρα του Αρχιεπισκόπου των Μαρωνιτών, οι οποίοι κατάγονται από τον Λίβανο. Μετά το τέλος της Κομητείας της Τρίπολης που ίδρυσαν οι Σταυροφόροι, πολλοί εξ αυτών διέφυγαν στην Κύπρο. Δεν εγκαταστάθηκαν μόνο στις κυπριακές πόλεις αλλά κυρίως στη βόρεια πλευρά του Πενταδάκτυλου. Το 1974 τα χωριά τους βρέθηκαν υπό τουρκική κατοχή. Εντούτοις, οι Μαρωνίτες δεν εκδιώχθηκαν από εκεί, όπως οι ορθόδοξοι Έλληνες. Σιγά – Σιγά μετεγκατεστάθηκαν, σταδιακά, στη Λευκωσία, όπου βρίσκονται οι θέσεις εργασίας των περισσότερων καθώς και τα σχολεία των παιδιών τους. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, από το 1975 έως το 1990, και τώρα πάλι λόγω του εμφυλίου στη Συρία, ήρθαν στην Κύπρο πολλοί Μαρωνίτες. Προσφάτως ήρθαν Μαρωνίτες κυρίως από το Χαλέπι.
Ακριβώς σε αυτό το σημείο, δίπλα στο “τείχος” της Λευκωσίας κατοικούν, πολύ κοντά ο ένας με τον άλλον, Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι, Μαρωνίτες, Αρμένιοι, Αγγλικανοί και Μεταρρυθμιστές, μέσα ένα κλίμα αδελφικής οικουμενικότητας. Αυτό αναγνωρίστηκε και από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, τον περασμένο Οκτώβριο, μέσω μίας συνόδου του βασικού του οργάνου “Faith and Order Commission”, η οποία έλαβε χώρα στην Κύπρο.